Λίγες εβδομάδες πριν, η εταιρία Bain & Company και το Παγκόσμιο Κέντρο Διαμαντιών της Αμβέρσας (AWDC) εξέδωσαν την ετήσια έκθεσή τους «Παγκόσμια Βιομηχανία Διαμαντιών», αναφέροντας τη «λαμπρή ανάκαμψη» της βιομηχανίας κοσμημάτων με διαμάντια από την ύφεση της πανδημίας. Καλύπτοντας ολόκληρη την αλυσίδα αξίας των διαμαντιών από την παραγωγή έως την πώληση στον καταναλωτή, ανέφερε: «Το 2021, τα έσοδα αυξήθηκαν κατά 62% [από έτος σε έτος] στον τομέα της εξόρυξης διαμαντιών, 55% για την κοπή και το γυάλισμα και 29% για το λιανικό εμπόριο κοσμημάτων με διαμάντια – Και οι τρεις κατηγορίες πάνω από τα προ-πανδημικά επίπεδα, κατά +13%, +16%, +11% αντίστοιχα».
Όσο για φέτος, προέβλεψε συνεχιζόμενη ισχυρή ανάπτυξη σε υψηλότερο επίπεδο από ό,τι κατά την περίοδο πριν από την πανδημία. «Η ζήτηση για διαμαντένια κοσμήματα και γυαλισμένα και ακατέργαστα διαμάντια αναμένεται να αυξηθεί κατά το πρώτο εξάμηνο του 2022».
Έτσι είχαν τα πράγματα τότε, είναι όμως έτσι σήμερα;
Με το ξέσπασμα του πολέμου στην Ουκρανία και τις επακόλουθες οικονομικές κυρώσεις στη Ρωσία, η προσφορά ακατέργαστων διαμαντιών μπορεί να μειωθεί κατά περισσότερο από 25%, καθώς η ρωσική Alrosa, η μεγαλύτερη εταιρία παραγωγός διαμαντιών στον κόσμο κατ’ όγκο, μπήκε στη λίστα των κυρώσεων. Η Alrosa παράγει το 90% των διαμαντιών της Ρωσίας και αντιπροσωπεύει το 28% της παγκόσμιας προσφοράς. Η ρωσική κυβέρνηση κατέχει το 33% της Alrosa και ένα άλλο 33% ανήκει στη Sakha, τη Ρωσική Δημοκρατία όπου έχει την έδρα της η εταιρεία. Επιπλέον, ο Διευθύνων Σύμβουλος της Alrosa, Σεργκέι Ιβάνοφ Τζούνιορ, προστέθηκε στην ειδική λίστα κυρώσεων.
Μιλώντας εκ μέρους του AWDC, ο Tom Neys είπε: «Οι κυρώσεις μπορούν να έχουν σημαντικό αντίκτυπο στην επιχείρηση διαμαντιών. Είναι ένα πλήγμα που προτίθεται να βλάψει τη Ρωσία, αλλά υπάρχει πιθανότητα να κάνουμε μεγαλύτερη ζημιά στον εαυτό μας. Οι Ρώσοι μπορούν εύκολα να προωθήσουν τα διαμάντια τους σε χώρες εκτός ΕΕ».
Η βιομηχανία κοσμημάτων διαμαντιών εισέρχεται στη χρονιά με την προσφορά διαμαντιών σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα, που υπολογίζεται από την Bain στα 29 εκατομμύρια καράτια το 2021. «Τα αποθέματα μειώθηκαν κατά 40%, λόγω της υψηλής ζήτησης και της αργής ανάκαμψης της παραγωγής», αναφέρεται στην έκθεση.
Νόμος προσφοράς και ζήτησης
Με τις πωλήσεις κοσμημάτων με διαμάντια να αγγίζουν τα $84 δισεκατομμύρια το 2021, η καταναλωτική ζήτηση συνέχισε να αυξάνεται ακόμη και όταν οι τιμές αυξάνονταν. Ο δείκτης RapNet Diamond της Rapaport έδειξε ότι η μέση τιμή για ένα διαμάντι ενός καρατίου αυξήθηκε κατά 17,4% καθ’ όλη τη διάρκεια του 2021. Και οι τιμές συνέχισαν να αυξάνονται, σημειώνοντας αύξηση 6,9% τον Ιανουάριο. Θα χρειαστεί λίγος χρόνος για να γίνουν αισθητές οι επιπτώσεις των ρωσικών κυρώσεων, αλλά είναι βέβαιο ότι θα έρθουν υψηλότερες τιμές για τα διαμάντια και τα κοσμήματα. Χωρίς να υπολογίζουμε τον μακροοικονομικό αντίκτυπο που θα έχει ο πόλεμος της Ρωσίας στην Ουκρανία στην ψυχολογία του καταναλωτή αλλά και στο πορτοφόλι του, οι ακόμα υψηλότερες τιμές των κοσμημάτων θα μπορούσαν να θέσουν σε αναμονή την ανάκαμψη μετά την πανδημία, αν όχι να γυρίσουν τον χρόνο πίσω.
Οι αυξανόμενες τιμές των διαμαντιών μπορεί να δώσουν στην αγορά εκείνων που καλλιεργούνται στα εργαστήρια (LGD) μια ευπρόσδεκτη ώθηση. Οι τιμές των LGD είναι ήδη πολύ χαμηλότερες από την τιμή ενός φυσικού διαμαντιού και οι προμήθειες τεχνητών λίθων αυξάνονται καθώς αυξάνεται η παραγωγική ικανότητα και οι τεχνολογικές εξελίξεις. Οι καταναλωτές που προηγουμένως δίσταζαν να αγοράσουν τα LGDs μπορεί τώρα να αναθεωρήσουν καθώς διευρύνεται η διαφορά τιμής. Από την άλλη πλευρά, ο νόμος της προσφοράς και της ζήτησης δεν ισχύει πάντα για τα είδη πολυτελείας.
Ο οικονομολόγος του 19ου αιώνα Thorstein Veblen έκανε μια θεμελιώδη εργασία πάνω στο θέμα αυτό στο βιβλίο του The Theory of the Leisure Class. Ο Veblen διαπίστωσε ότι η ζήτηση των καταναλωτών για είδη πολυτελείας αυξάνεται μαζί με τις τιμές, λόγω του κοινωνικού τους συμβολισμού, γίνονται δηλαδή status symbols. Η Bain σημειώνει: «Τα διαμάντια που καλλιεργούνται στο εργαστήριο αποτελούν μια ξεχωριστή, πιο προσιτή κατηγορία κοσμημάτων». Με άλλα λόγια, τα κοσμήματα από φυσικό διαμάντι είναι πολυτέλεια ενώ τα κοσμήματα LGD είναι μαζικά. Αλλά αυτή η διάκριση μπορεί να δοκιμαστεί φέτος. Εκεί που υπήρχε μια αυξανόμενη απόκλιση μεταξύ των δύο κατηγοριών, μπορεί να επέλθει σύγκλιση, εάν οι τιμές των εξορυσσόμενων διαμαντιών συνεχίσουν να ανεβαίνουν.